Το τι μας αρέσει και τι όχι είναι κάτι τελείως υποκειμενικό. Για να μας αρέσει κάτι δεν χρειάζεται να παραθέσουμε κανέναν απολύτως λόγο ή να τεκμηριώσουμε την αρέσκειά μας με κάποιον τρόπο. Απλώς μας αρέσει ή δεν μας αρέσει, και αυτό είναι κάτι ξεχωριστό από το αν κάτι είναι ωραίο, αρμονικό ή αντικειμενικά όμορφο. Θα μου πείτε, υφίσταται το ονοματικό σύνολο «αντικειμενικά ωραίο», εφόσον το τι μας αρέσει και τι όχι είναι καθαρά υποκειμενική υπόθεση;
Όσο κι αν προσπαθούμε να αντιτεθούμε σε μία τέτοια πραγματικότητα ζώντας στα μπετόν ή περνώντας τη μισή μας μέρα μπροστά σε οθόνες, είμαστε και εμείς φύση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που δείχνει την εξάρτησή μας από αυτή όχι μόνο βιοτικά αλλά και διαθετικά, είναι η κατά γενική ομολογία καλύτερη διάθεση που έχουμε τις ηλιόλουστες ευχάριστες μέρες σε σύγκριση με τις μουντές συννεφιασμένες μέρες του χειμώνα ή του φθινοπώρου.
Στην φύση αυτή λοιπόν, της οποίας αναπόσπαστο κομμάτι είναι και το όν που είναι έρμαιο των παθών του, υπάρχει το ωραίο και το αισθητικά, αντικειμενικά όμορφο. Μάλιστα, η φύση είναι τόσο όμορφη και αρμονική που ο Αριστοτέλης θα μας πει πως η τέχνη απλώς βρίσκεται σε μία επιδίωξη να την μιμηθεί. Η αντικειμενικότητα λοιπόν του αισθητικά ωραίου βρίσκεται στην αρμονία και τη συμμετρία της φύσης και της ανθρώπινης δραστηριότητας που προσπαθεί να την μιμηθεί.
Η χρυσή τομή του Φειδία και οι αριθμοί του Φιμπονάτσι στα γεωμετρικά σχήματα δεν είναι ανθρώπινες εφευρέσεις του νου. Η χρυσή αναλογία υπήρχε ανέκαθεν στη φύση και παρατηρείται στις ιδανικές αναλογίες του ανθρώπου, στο ναυτίλο, στα δέντρα και σε πολλά άλλα μη ανθρώπινα «κατασκευάσματα». Η αρμονία, λοιπόν, μια αισθητικά επαινετή αναλογία, που εξετάζεται και αναπαράγεται στην ανθρώπινη γεωμετρία, εκπροσωπεί στην υποκειμενική γενικότερα ποιότητα της τέχνης, την αντικειμενική αυστηρότητα της λογικής των μαθηματικών, αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν «απολλώνιο πνεύμα». Το συναίσθημα, το πάθος και η απόκλιση από την μαθηματικά αυστηρή διάσταση της αρμονικής αναλογίας ήταν για τους αρχαίους Έλληνες το «διονυσιακό πνεύμα».
Ο κλασικισμός, όπως μάθαμε στη μουσική της β’ γυμνασίου, είναι το ρεύμα της τέχνης στο οποίο παρατηρείται απόλυτη ισορροπία και πλήρης αρμονία ανάμεσα στο διονυσιακό και το απολλώνιο πνεύμα. Η κλασσική αρχιτεκτονική, μουσική, γλυπτική κτλ. είναι αντικειμενικά όμορφες και αισθητικά εξαιρετικές λόγω αυτής της ισορροπίας. Υποθέτω σήμερα αν όχι κανένας τότε σχεδόν κανένας δεν ακούει κλασσική μουσική ερχόμενος στο σχολείο το πρωί, αλλά όλοι αναγνωρίζουν την αρμονία, το μεγαλείο και το ωραίο σε αυτήν.
Βεβαίως, ακόμη και κάτι αντικειμενικά αρμονικό και ωραίο, πλήρως εναρμονισμένο και ευθυγραμμισμένο με το πρότυπο της φύσης το οποίο μιμείται, δεν μπορεί να αρέσει σε όλους, και στην αντίθετη περίπτωση κάτι δύσμορφο και δυσαρμονικό μπορεί να αρέσει σε κάποιους και μάλιστα να τους πορώνει και να προσδιορίζει τις προτιμήσεις τους και την προσωπικότητά τους. Και εδώ έρχεται να προστεθεί το μεγάλο δράμα της εποχής μας.
Η συμμετρία, η αρμονία και η ομορφιά ορίζονται με κριτήρια αντικειμενικά. Το αν μας αρέσει κάτι ή όχι είναι διαφορετικό από το αν είναι αρμονικό ή αισθητικά ωραίο. Καθώς όμως είμαστε όντα της φύσης, έχουμε έμφυτη μια έφεση και ροπή προς το ωραίο και το αρμονικό, το αντικειμενικά όμορφο. Πώς γίνεται λοιπόν να έχουν πέραση και να αρέσουν είδη μουσικής που είναι αντικειμενικά δυσαρμονικά, χαρακτηριζόμενα από κακοφωνία και ηχορρύπανση, ρούχα αντικειμενικά άσχημα και ένας πολιτισμός ολόκληρος που έχει χτιστεί πάνω στη δυσαρμονία και την υπερβολή;
Κάποιοι θα μας πουν πως φταίει η μόδα, τα πρότυπα μιας εποχής και όλες οι εκφάνσεις του φαινομένου της μαζοποίησης στην παγκοσμιοποιημένη καταναλωτική κοινωνία του “vogue” , του “swag” και του “gangnam”. Τα υποκείμενα, θα μας πουν, ακολουθούν τις προσταγές της και τα πρότυπα είτε αυτά χαρακτηρίζονται από ομορφιά είτε όχι. Επειδή μάλιστα πρέπει να παράγει συνεχώς καινούρια μοδάτα είδη και προϊόντα προς κατανάλωση, ενίοτε (μάλλον τις περισσότερες φορές) είναι δυσαρμονική και άσχημη. Η μόδα στη μουσική, το lifestyle, τα ρούχα, την ιδεολογία ακόμα και την κοσμοαντίληψη. Η επιβαλλόμενη μαζοποίηση και η μόδα σε κάθε πτυχή και τομέα ανθρώπινης δραστηριότητας μας καθιστά δεκτικούς στην ασχήμια, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και θερμούς της υποστηρικτές.
Στον ιδεολογικό τομέα, δεν υπάρχει πιο άσχημη αντίληψη από το μίσος, τον ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία και την ακροδεξιά.
«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος», μας λέει ο Μάνος Χατζιδάκις, «πάει να πει ότι του μοιάζει. Και πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε την φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά. Ο Φράνκενστάιν έγινε πόστερ και στολίζει το δωμάτιο ενός όμορφου αγοριού. […] Από τη στιγμή που ο Φράνκενστάιν γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος οδηγείται μαθηματικά στην εκμηδένισή του.»
«Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται», καταλήγει ο μεγάλος Έλληνας διανοούμενος, «αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται.»
Αντισταθείτε στη φρίκη. Συνηθίστε στην ομορφιά.
Του Κωνσταντίνου Ζβε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου