Ο Πολ Βαλερί (1871 - 1945) είχε πει: «Ο φασισμός αρχίζει με τη σκέψη ότι όλοι οι άλλοι
είναι ανόητοι.» και την άποψη αυτή δεν την ακολουθεί αμέσως η οργάνωση
γενοκτονιών. Η μετάβαση, η πτώση, η αλλοτρίωση γίνονται σταδιακά και συνήθως
ξεκινούν με την πεποίθηση ότι υπερέχεις. Το να θεωρείς ότι είσαι ο καλύτερος
δεν είναι, ας μου επιτραπεί η έκφραση, μαγκιά. Μαγκιά είναι να κάτσεις και να
ακούσεις τον άλλον, όποιος και αν είναι, από όπου και αν είναι, και αν έχει
δίκιο να είσαι σε θέση αφενός να το δεχτείς και αφετέρου να το παραδεχτείς, αν
πάλι έχει άδικο, οφείλεις να του το εξηγήσεις και να τον βοηθήσεις να το
καταλάβει. Το να θεωρείς ότι είσαι ο καλύτερος σου στερεί τη δυνατότητα της
βελτίωσης και της εξέλιξης, αφού έχεις πείσει τον εαυτό σου ότι δεν υπάρχει
τίποτα που να σε ξεπερνάει.
Το να μην ακούς τον άλλο, το να του απαντάς
περιφρονητικά, το να χτυπάς κυριολεκτικά και μεταφορικά τον αδύναμο, το να
ασκείς την εξουσία, που σου προσδίδει μία θέση, άδικα και λανθασμένα, το να
είσαι αγενής είναι όλα μορφές φασισμού. Όλα δείχνουν έλλειψη σεβασμού και
ανεκτικότητας προς το διαφορετικό. Όλοι είμαστε για κάποιους οι Άλλοι, οι
διαφορετικοί, οι κατώτεροι και όλοι μας έχουμε νιώσει έτσι, ακόμα και αν δεν
θέλουμε να το παραδεχτούμε. Γιατί, λοιπόν, να διαιωνίζουμε το πρόβλημα; Μήπως
επειδή είμαστε ανίκανοι για κάτι καλύτερο; Όχι! Αρνούμαι να δεχτώ ότι ο
άνθρωπος δεν μπορεί να ξεπεράσει τέτοιου είδους πάθη και τέτοιες μικρότητες.
Και την επόμενη φορά που θα βρεθούμε σε θέση ισχύος να αναλογιστούμε: έστω ότι
είμαι καλύτερος, γιατί να πέσω στο επίπεδο του να μειώσω λεκτικά ή πρακτικά τον
άλλον, ενώ μπορώ να τον βοηθήσω; Αν δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, προφανώς δεν
είσαι καλύτερος από κανέναν.
Υπάρχουν κάποια πράγματα που ο κάθε
άνθρωπος πρέπει να κάνει για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου. Αρχικά, αποτελεί
χρέος του να αναλογιστεί κατά πόσο ο ίδιος φέρεται σύμφωνα με τις αρχές της
δημοκρατίας στην καθημερινή του ζωή κάνοντας μία εσωτερική αναζήτηση. Αν
εντοπίσει προβληματικές συμπεριφορές οφείλει να τις διορθώσει είτε μόνος του,
είτε ζητώντας εξωτερική βοήθεια από το κοινωνικό του περιβάλλον. Και στη
συνέχεια οφείλει να προστατέψει τα θύματα φασιστικών συμπεριφορών αποτρέποντας
τους θύτες. Η προστασία αυτή πρέπει να γίνεται και απέναντι σε άτομα
διαφορετικών απόψεων και αντιλήψεων. Η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης
αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα στον καθένα και όλοι μας έχουμε χρέος να το
προστατεύομε ως σύνολο και όχι το μέρος του που μας αφορά, γιατί όπως είπε και
ο Βολταίρος (1694 – 1778) : «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ
μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες.»
Είναι εύκολο να αποφαινόμαστε ότι δεν πρέπει να
ξαναπάρει φασιστικό κόμμα την εξουσία σε καμία χώρα αναλογιζόμενοι τον Β’
Παγκόσμιο Πόλεμο και τις βαρύτατες συνέπειες του, αλλά έχουμε καταφέρει να
αναγνωρίζουμε και να καταδικάζουμε κάθε πράξη στην οποία υποβόσκει το φασιστικό
στοιχείο; Νομίζω πως δεν το έχουμε κατορθώσει ακόμα, αποτελεί ένα στοίχημα, μία
πρόκληση για το σύγχρονο άνθρωπο. Μπορούμε να το επιτύχουμε με προσπάθεια,
επιμονή και πίστη στο ότι η δημοκρατία εφαρμοσμένη σε κάθε πτυχή της ζωής είναι
το πολίτευμα που ταιριάζει σε ελεύθερους πολίτες. Όπως κανείς δεν μπορεί να μας
αφαιρέσει το δικαίωμα της ελευθερίας, έτσι και κανείς δεν αξίζει να χάνει αυτό
το αγαθό, γιατί όλοι είμαστε ισότιμοι. Δεν υπάρχουν ούτε πολίτες δεύτερης
κατηγορίας, ούτε παιδιά ενός κατώτερου Θεού.
Χριστίνα Πασβάντη – Γκιόκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου