Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ, Η ΝΕΚΡΟΦΙΛΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΜΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ


Ήταν κάποτε ένας ποιητής μόνος, δυστυχισμένος και... νεκρόφιλος. Μιλάω φυσικά για τον Έντγκαρ Άλλαν Πο, Αμερικάνο ποιητή, που έζησε τον 19ο αιώνα. Το γνωστότερο έργο του Πο, είναι ένα μακροσκελές ποίημα που ονομάζεται, όπως και η εφημερίδα μας, «Το Κοράκι».

Ποια λοιπόν η σύνδεση ανάμεσα στον ποιητή μας και τη σημερινή πραγματικότητα; Νομίζω πως για να απαντήσουμε πρέπει πρώτα να εξετάσουμε το αυθεντικό «Κοράκι». Η ιστορία που διαδραματίζεται στο ποίημα αυτό είναι η ακόλουθη.
Interesting fact:
Ο Έντγκαρ Άλαν Πό
είχε παντρευτεί την
13χρονη ξαδέρφη του,
η οποία πέθανε πολύ νέα.
 Ο αφηγητής, μία κρύα νύχτα του Δεκέμβρη, μόνος καθώς είναι στο σπίτι του, έχει έναν απρόσμενο επισκέπτη. Ένα κοράκι. Το πετούμενο αυτό, φέρνει μαζί του και την ανάμνηση της Λενόρ, της αγαπημένης του ποιητή, η οποία όμως, είναι νεκρή. Με τις κραυγές του που θυμίζουν το όνομα της αγαπημένης (εδώ βοηθά αν λάβουμε υπόψη το ηχητικό εφέ της κραυγής του κορακιού «Κράα» και της λέξης «Λενόρ», που είναι παρόμοιες στην προφορά στα αγγλικά), το κοράκι υπενθυμίζει στον αφηγητή πως δεν μπορεί να ξεχάσει την νεκρή Λενόρ με τίποτα, πως η μνήμη της θα τον στοιχειώνει για πάντα.
Ο αφηγητής λοιπόν αρχίζει να συνομιλεί με τον φτερωτό επισκέπτη του, ο οποίος όμως απαντά συνεχώς με την ίδια λέξη «Ποτέ ξανά», ή αλλιώς “Nevermore” στο πρωτότυπο, η οποία και πάλι θυμίζει το όνομα  της Λενόρ, και ξεκαθαρίζει στον αφηγητή πως δεν θα είναι ποτέ πια μαζί με την αγαπημένη του.
Έχουμε, λοιπόν, έναν αφηγητή –ποιητή, που έχει ψύχωση με την νεκρή αγαπημένη του, και δεν μπορεί να αποκολληθεί από την ανάμνησή της και το παρελθόν μαζί της (Το μοτίβο συναντάται και σε άλλα ποιήματα του Πο, όπως –για τους πιο περίεργους– στο λίγο μεταγενέστερο “Annabel Lee”). Μας θυμίζει αυτό σε κάτι την σημερινή πολιτική, τους ανθρώπους που διοικούν σήμερα την χώρα μας;
 Θα έλεγα πως ναι. Οι άνθρωποι αυτοί είναι το ίδιο προσκολλημένοι σε μία νεκρή κοινωνία, μια κοινωνία που δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει με τον τρόπο που λειτουργούσε έως τώρα, και που την οδήγησε στην καταστροφή της. Έχουν μείνει στάσιμοι σε συμπεριφορές που πάνε τη χώρα πίσω και όχι μπροστά, ακριβώς γιατί δεν ανταποκρίνονται στις σημερινές συνθήκες.
 Σκοπίμως θέλουν να κρατούν τη χώρα σε μία διαδικασία σήψης (ακόμα και κυριολεκτικής, αν λάβουμε υπόψη τα σκουπίδια που «ευδοκιμούν» στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο), καθώς δεν τους ενδιαφέρει η συνολική πρόοδος της χώρας, πάρα μόνο τα προσωπικά τους συμφέροντα.
Άλλωστε, η εμμονή με το παρελθόν είναι γενικά χαρακτηριστικό του λαού μας. Δεν μπορούμε να κατηγορούμε μόνο τους άλλους, όταν και εμείς οι ίδιοι προβάλλουμε συνεχώς τους «αρχαίους ημών προγόνους», τα κατορθώματά τους στον πνευματικό τομέα, τα λαμπρά τους έργα (της κλασικής κυρίως εποχής), και αντιπαραθέτουμε τα μεγαλεία τους με τους Άγγλους π.χ., που τότε «κοιμούνταν ακόμη στα δέντρα». Τα μεγαλεία αυτά όντως υπήρξαν, είναι όμως περασμένα, κάτι που αδυνατούμε να καταλάβουμε. Δεν πρέπει λοιπόν να βρίσκουμε καταφύγιο και να αναπαυόμαστε σ’ αυτά, αλλά να κινητοποιηθούμε ώστε να χτίσουμε τα δικά μας έργα, να βοηθήσουμε στην εξέλιξη της κοινωνίας.
Η μοιρολατρική στάση και η προσκόλληση στο παρελθόν δεν βοηθά κανέναν. Η ανάμνηση της Λενόρ, της νεκρής Ελλάδας μας, πολλές φορές θα έρθει και θα μας χτυπήσει την πόρτα, με τη μία μορφή ή με την άλλη. Δεν πρέπει όμως να της επιτρέψουμε να μπει, γιατί χωρίς να το καταλάβουμε, θα καταλήξει να γίνει για μας ένας εφιάλτης ενοχλητικός, που θα μας τραβάει προς την καταστροφή και δεν θα μας αφήνει να προχωρήσουμε. Όσο κι αν την αγαπάμε, ο μόνος τρόπος για να επιζήσουμε εμείς είναι να ανεξαρτητοποιηθούμε από αυτήν, να την αφήσουμε να ζήσει στο παρελθόν όπου ανήκει, και να δημιουργήσουμε μια νέα πατρίδα, με νέα ιδανικά.
Κι ας κράζει το κοράκι έξω απ’ το παράθυρό μας.





Της Τερέζας  Μυτάκου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου