Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ «ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ»

Επειδή είναι κουραστικό να αναφέρει κανείς συνεχώς φράσεις όπως «η πλειοψηφία φαίνεται να» ή «σύμφωνα με τον κανόνα, στον οποίο φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις» κλπ,  αναφέρω προκαταβολικά πως στη συνέχεια θα μιλήσω με όρους μάλλον υπεραπλουστευμένης γενίκευσης, έχοντας πλήρη επίγνωση βεβαίως του ότι τίποτα από αυτά που θα εκφράσω ως υποκειμενικές απόψεις, που σίγουρα χρήζουν αμφισβήτησης και αντιλόγου, δεν ισχύει καθολικά και απόλυτα. Συμφωνώ πως είναι επικίνδυνο να μιλάει κανείς για οποιοδήποτε σύνολο ανθρώπων εξάγοντας συμπεράσματα για αυτό δεδομένου του πόσο ξεχωριστός και μοναδικά ιδιαίτερος είναι ο καθένας, όμως θεωρώ πως σε μία επιδίωξη εποικοδομητικού σχολιασμού μιας κοινωνικής πραγματικότητας δεν πειράζει να υπάρχουν μερικές αναπόφευκτες γενικεύσεις και ενδεχομένως υπερβολές.


   Με αυτόν τον πρόλογο, η γενιά μας έχει αποθεώσει την ύλη και το φαίνεσθαι περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην ιστορία των ανθρώπινου είδους. Η ευμάρεια ως προσδιορισμός της ευτυχίας και η απόκτηση υλικών αγαθών ως στόχος, σε συνδυασμό με τα ναρκισσιστικά ενδιαφέροντα που προωθούνται εντονότατα μέσω των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης, τις φωτογραφήσεις ρουτίνας πια στα κέντρα διασκέδασης, τον μαζοποιημένο τρόπο ζωής και πολιτισμό και το περίλαμπρο σύστημα παιδείας που βάζει τα νέα μέλη της κοινωνίας σε μία προκρούστεια κλίνη, δεν είναι στοιχεία βάσει των οποίων θα έπρεπε κανείς να είναι αισιόδοξος για την έκβαση του μέλλοντος αφενός της ελληνικής και αφετέρου της παγκόσμιας κοινωνίας. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς την ηλικία από την οποία τα περισσότερα παιδιά σήμερα αποκτούν λογαριασμό στο facebook και υφίστανται την έμμεση, παθητική και ύπουλη καλλιέργεια της κακής διάστασης του ναρκισσισμού και της εμμονής στο «φαίνεσθαι» και στον επιφανειακό κόσμο του καθενός. Ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η πολιτική τέτοιων ιστοσελίδων είναι να μας προτρέπουν στην παρουσίαση και ανάρτηση όσο περισσότερων στοιχείων γίνεται για τον εαυτό μας, την καθημερινότητά μας και τη ζωή μας, στοιχεία που θα αξιολογηθούν με την επιδοκιμασία των «φίλων» μας που δυνητικά θα επιλέξουν να πατήσουν το “like button”. Βεβαίως, αυτό δεν είναι ένα άρθρο που ασκεί κριτική στο facebook από κάποιον σαν εμένα που έχει λογαριασμό και πάμπολλες φωτογραφίες.


Ο Σίγκμουντ Φρόυντ έθεσε με το έργο του τα 
θεμέλια της ψυχανάλυσης. Αν και ορισμένες
απόψεις του ίσως σήμερα να θεωρούνται 
πεπερασμένες, η επιστήμη χρωστά πολλά 
σε αυτόν.
 
Ευχαριστούμε τον Αντρέα Λάσκαρη για
την καρικατούρα
.
    Φυσικά, είναι υγιές να αγαπάει κανείς τον εαυτό του και κατά την ψυχανάλυση απαραίτητο για να αγαπήσει άλλους. Για τον Φρόιντ, ο ναρκισσισμός είναι ψύχωση και οφείλεται στο γεγονός ότι επειδή κάποιος δεν αγαπήθηκε μικρός, προκειμένου να εισπράξει αυτή την αγάπη και να καλύψει το κενό, αγαπάει τον εαυτό του υπέρ το δέον. Ωραιότερη όμως μου φαίνεται μια πιο ρομαντική προσέγγιση και ερμηνεία του μύθου του Ναρκίσσου, αυτή κατά την οποία κάποιος προσπαθεί να προβάλλει την «καλύτερη» εκδοχή του εαυτού του επιδιώκοντας να τον αγαπήσει μέσα από τα μάτια τρίτων, ακριβώς επειδή δεν μπόρεσε ποτέ να αποδεχθεί τις ατέλειές του και να τον αγαπήσει πραγματικά μόνος του. Γι’αυτό και ο ναρκισσισμός είναι για πολλούς –μάλλον καταχρηστικά βέβαια- συνώνυμο του συμπλέγματος κατωτερότητας και της ανασφάλειας. Η σύγχρονη κοινωνία με τον πολιτισμό του facebook και των προτύπων ομορφιάς του Hollywood, αποπροσανατολίζεται συνεχώς από την ουσία και με μία έμμεση καταπίεση προκαλεί συμπλέγματα κατωτερότητας και ανασφάλειας που τροφοδοτούν τον φαύλο κύκλο της κατανάλωσης ως διαφυγή και των μάταιων επιφανειακών σχέσεων. Αν το πρώτο βήμα προς την απελευθέρωση είναι, λοιπόν, να αγαπήσει κανείς τον εαυτό του, το πρώτο εμπόδιο έγκειται με τη σειρά του στο ότι ο αυτοπροσδιορισμός de facto, δεδομένης της κοινωνικής φύσης του ανθρώπου, εξαρτάται και κατ επέκταση νοθεύεται από τρίτους. Και επειδή μας αρέσει να γενικεύουμε καταστάσεις και να βγάζουμε συμπεράσματα ανάγοντας δεδομένα σε επίπεδο κοινωνίας, θα πω πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να επέλθουν ριζικές αλλαγές σε έναν λαό που προφανώς πρέπει να επαναπροσδιορίσει τους στόχους του και να επαναστατήσει πνευματικά.

Αν ο Νίτσε μπορεί να ισχυριστεί πως η δημοκρατία είναι το μέσο του μηδενισμού, τότε το αντεπιχείρημα προς υπεράσπισή της ως το καλύτερο δυνατό πολίτευμα, θα μπορούσε να είναι μόνο η άρτια εφαρμογή της σε ένα κοινωνικό σύνολο ανθρώπων με ελεύθερο το πνεύμα και την σκέψη τους μακριά από το καθετί επουσιώδες. Εγώ θεωρώ επουσιώδη την υπερκατανάλωση υλικών αγαθών που προσδίδουν μια εξαιρετική μιζέρια στην ανθρώπινη ζωή, καθώς και την διατήρηση και προβολή ενός lifestyle που επιδοκιμάζεται και κερδίζει τις επευφημίες του υπόλοιπου κοινωνικού συνόλου. Επίσης, για μένα ίσως να υπάρχει συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον τρόπο που επιλέγει κανείς να διασκεδάσει ή να περάσει τον ελεύθερό του χρόνο και στις επιλογές του σε σοβαρά ζητήματα. Για μένα υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στο ότι το μέλλον της γενιάς μας έχει υπονομευτεί και είναι αβέβαιο και σε έναν λαό που παρακολουθούσε μεσημεριανά και ως εκλογικό σώμα δεν αναδείκνυε τους ικανούς, αδιαφορούσε για τα κοινά, επέτρεψε δια στόματος διεφθαρμένων πολιτικών να τίθεται το ερώτημα σχετικά με το αν η μεγάλη διαφθορά των λίγων ισοφαρίζεται από την μικρή διαφθορά των πολλών κλπ κλπ.

 Πολύ σοφότεροι άνθρωποι από τους συντάκτες αυτής της εφημερίδας, έχουν πει πως η καλύτερη αλλαγή που επέρχεται με το σκάσιμο της χρηματοπιστωτικής φούσκας το 2008, η οποία τροφοδοτούταν τις τελευταίες δεκαετίες εκπροσωπώντας  τα σαθρά θεμέλια μιας υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, είναι η στροφή στις παραδοσιακές αξίες και τα ιδανικά που παραμερίσαμε σαν ανθρώπινος πολιτισμός. Αμφιβάλλω όμως αν ισχύει κάτι τέτοιο. Και αμφιβάλλω λόγω της στάσης πρώτα της δικής μου και μετά των συνομιλήκων μου. Λόγω της στάσης της νεολαίας.

   Οι νέοι , των οποίων η εφηβική και επαναστατική φύση τούς καθιστά παραδοσιακά και στερεοτυπικά πιο ιδεαλιστές, αλτρουιστές και αντισυμβατικούς από τους πεζούς, κουρασμένους και συμβιβασμένους μεγάλους, φαίνεται να είναι πρώτοι στα ναρκισσιστικά ενδιαφέροντα του facebook, στην διατήρηση και προβολή ενός lifestyle και στην θεοποίηση της ύλης και του «φαίνεσθαι». Και το φαίνεσθαι είναι πολύ βαθιά ριζωμένο μέσα μας, αρχίζει να κατακλύζει το «είναι». Όταν η καλλιέργειά του δε, ξεκινά από μικρή ηλικία, τότε το «είναι», η ουσία της εκάστοτε προσωπικότητας και του πνεύματος, δεν καλλιεργείται ποτέ επαρκώς και το άτομο παραμένει εγκλωβισμένο και κενό. Στο πρώτο μας τεύχος, ο Αλέξανδρος Γκορόπουλος μίλησε για ένα νέο είδος ανθρώπου: τον παθητικό αποδέκτη. Εγώ σας μιλάω για τον ανασφαλή ψηφιακό νάρκισσο. Για αυτόν που θεωρεί πως ολοκληρώνεται μέσα από τη διαμόρφωσή του ως ένα δικτυακό προφίλ και από τα likes ή τις επιδοκιμασίες των γύρω του, όπως κι αν αυτές εκφράζονται. Φανταστείτε τώρα έναν ανασφαλή, ψηφιακό και παθητικό αποδέκτη νάρκισσο που τυχαίνει να είναι πολίτης. Πόσο επικίνδυνος είναι άραγε κάποιος με αυτούς τους προσδιορισμούς τόσο για τον εαυτό του όσο και για την κοινωνία; Και αν μπορείτε να φανταστείτε τέτοια όντα στον περίγυρό σας, αμέσως δεν εγείρεται το ερώτημα «τι κάνουμε για αυτό;». Εγώ θεωρώ πως τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν, και πως μάλιστα κρύβουμε όλοι έναν τέτοιο χαρακτήρα μέσα μας. Α, και πως σίγουρα δεν κάνουμε αρκετά για αυτό.


Για τον Σωκράτη το «είναι» κρύβεται πίσω από
το 
«φαίνεσθαι», η ευτυχία αποκτάται με την
αρετή και η αλήθεια βρίσκεται στο λογικό
και όχι στην ύπαρξη.

Ευχαριστούμε τον Αντρέα Λάσκαρη
για την καρικατούρα.
    Όταν γράφει κανείς τέτοια άρθρα αισθάνεται εξαιρετικά εκτεθειμένος και πρέπει οπωσδήποτε να έχει το θάρρος και την ευθύνη της γνώμης του, καθώς και να καλωσορίζει τον αντίλογο και την κριτική , γιατί φυσικά τίποτα δεν είναι απόλυτο και όλα είναι πολύ ρευστά για να παραμένει κανείς προσκολλημένος στις απόψεις του. Εξάλλου, μόνο οι χαζοί και οι βλάκες δεν αλλάζουν γνώμη. Η ματαιότητα της ανθρώπινης φύσης έγκειται ακριβώς σε αυτήν τη ρευστότητα και τον υποκειμενισμό που διέπει τα πάντα. Για να έρθουμε σε επαφή, όμως, με την ουσία και να φλερτάρουμε με τον προσδιορισμό έστω, αν όχι την κατάκτηση, του νοήματος, θα πρέπει να ξεπεράσουμε το «φαίνεσθαι» και να φτάσουμε στο «είναι». Ακόμα κι αν σκοντάψουμε στις περιορισμένες μας δυνατότητες και στην αναπάντεχη αβεβαιότητα. Για τον Σωκράτη το «είναι» κρύβεται πίσω από το «φαίνεσθαι» και για τον Einstein όλα είναι σχετικά. Αφού λοιπόν όλα κρίνονται και αξιολογούνται σε αντιπαραβολή και σε συνάρτηση με κάτι άλλο, αν στραφούμε ως κοινωνία στο «είναι», μπορεί και να αντιληφθούμε πως η αβάσταχτη ελαφρότητά του είναι λιγότερο αβάσταχτη σε σχέση με αυτήν του «φαίνεσθαι».

Μπορούμε όμως να αλλάξουμε;




Του Κωνσταντίνου Ζβε


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου