Επειδή είναι κουραστικό να αναφέρει κανείς
συνεχώς φράσεις όπως «η πλειοψηφία φαίνεται να» ή «σύμφωνα με τον κανόνα, στον
οποίο φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις» κλπ,
αναφέρω προκαταβολικά πως στη συνέχεια θα μιλήσω με όρους μάλλον
υπεραπλουστευμένης γενίκευσης, έχοντας πλήρη επίγνωση βεβαίως του ότι τίποτα
από αυτά που θα εκφράσω ως υποκειμενικές απόψεις, που σίγουρα χρήζουν αμφισβήτησης
και αντιλόγου, δεν ισχύει καθολικά και απόλυτα. Συμφωνώ πως είναι επικίνδυνο να
μιλάει κανείς για οποιοδήποτε σύνολο ανθρώπων εξάγοντας συμπεράσματα για αυτό
δεδομένου του πόσο ξεχωριστός και μοναδικά ιδιαίτερος είναι ο καθένας, όμως
θεωρώ πως σε μία επιδίωξη εποικοδομητικού σχολιασμού μιας κοινωνικής
πραγματικότητας δεν πειράζει να υπάρχουν μερικές αναπόφευκτες γενικεύσεις και
ενδεχομένως υπερβολές.
Με αυτόν τον πρόλογο, η γενιά μας έχει
αποθεώσει την ύλη και το φαίνεσθαι περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην ιστορία
των ανθρώπινου είδους. Η ευμάρεια ως προσδιορισμός της ευτυχίας και η απόκτηση
υλικών αγαθών ως στόχος, σε συνδυασμό με τα ναρκισσιστικά ενδιαφέροντα που
προωθούνται εντονότατα μέσω των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης, τις φωτογραφήσεις
ρουτίνας πια στα κέντρα διασκέδασης, τον μαζοποιημένο τρόπο ζωής και
πολιτισμό και το περίλαμπρο σύστημα παιδείας που βάζει τα νέα μέλη της
κοινωνίας σε μία προκρούστεια κλίνη, δεν είναι στοιχεία βάσει των οποίων θα
έπρεπε κανείς να είναι αισιόδοξος για την έκβαση του μέλλοντος αφενός της
ελληνικής και αφετέρου της παγκόσμιας κοινωνίας. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς
την ηλικία από την οποία τα περισσότερα παιδιά σήμερα αποκτούν λογαριασμό στο facebook και υφίστανται την έμμεση,
παθητική και ύπουλη καλλιέργεια της κακής διάστασης του ναρκισσισμού και της
εμμονής στο «φαίνεσθαι» και στον επιφανειακό κόσμο του καθενός. Ιδιαίτερα αν
λάβει κανείς υπόψη του ότι η πολιτική τέτοιων ιστοσελίδων είναι να μας
προτρέπουν στην παρουσίαση και ανάρτηση όσο περισσότερων στοιχείων γίνεται για
τον εαυτό μας, την καθημερινότητά μας και τη ζωή μας, στοιχεία που θα
αξιολογηθούν με την επιδοκιμασία των «φίλων» μας που δυνητικά θα επιλέξουν να
πατήσουν το “like
button”.
Βεβαίως, αυτό δεν είναι ένα άρθρο που ασκεί κριτική στο facebook από κάποιον σαν εμένα που
έχει λογαριασμό και πάμπολλες φωτογραφίες.
Αν ο Νίτσε μπορεί να ισχυριστεί πως η δημοκρατία είναι το μέσο του μηδενισμού, τότε το αντεπιχείρημα προς υπεράσπισή της ως το καλύτερο δυνατό πολίτευμα, θα μπορούσε να είναι μόνο η άρτια εφαρμογή της σε ένα κοινωνικό σύνολο ανθρώπων με ελεύθερο το πνεύμα και την σκέψη τους μακριά από το καθετί επουσιώδες. Εγώ θεωρώ επουσιώδη την υπερκατανάλωση υλικών αγαθών που προσδίδουν μια εξαιρετική μιζέρια στην ανθρώπινη ζωή, καθώς και την διατήρηση και προβολή ενός lifestyle που επιδοκιμάζεται και κερδίζει τις επευφημίες του υπόλοιπου κοινωνικού συνόλου. Επίσης, για μένα ίσως να υπάρχει συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον τρόπο που επιλέγει κανείς να διασκεδάσει ή να περάσει τον ελεύθερό του χρόνο και στις επιλογές του σε σοβαρά ζητήματα. Για μένα υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στο ότι το μέλλον της γενιάς μας έχει υπονομευτεί και είναι αβέβαιο και σε έναν λαό που παρακολουθούσε μεσημεριανά και ως εκλογικό σώμα δεν αναδείκνυε τους ικανούς, αδιαφορούσε για τα κοινά, επέτρεψε δια στόματος διεφθαρμένων πολιτικών να τίθεται το ερώτημα σχετικά με το αν η μεγάλη διαφθορά των λίγων ισοφαρίζεται από την μικρή διαφθορά των πολλών κλπ κλπ.
Πολύ σοφότεροι άνθρωποι από τους συντάκτες
αυτής της εφημερίδας, έχουν πει πως η καλύτερη αλλαγή που επέρχεται με το
σκάσιμο της χρηματοπιστωτικής φούσκας το 2008, η οποία τροφοδοτούταν τις
τελευταίες δεκαετίες εκπροσωπώντας τα
σαθρά θεμέλια μιας υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, είναι η στροφή στις
παραδοσιακές αξίες και τα ιδανικά που παραμερίσαμε σαν ανθρώπινος πολιτισμός.
Αμφιβάλλω όμως αν ισχύει κάτι τέτοιο. Και αμφιβάλλω λόγω της στάσης πρώτα της δικής μου και μετά των συνομιλήκων μου. Λόγω της στάσης
της νεολαίας.
Οι νέοι , των οποίων η εφηβική και
επαναστατική φύση τούς καθιστά παραδοσιακά και στερεοτυπικά πιο ιδεαλιστές, αλτρουιστές και
αντισυμβατικούς από τους πεζούς, κουρασμένους και συμβιβασμένους μεγάλους,
φαίνεται να είναι πρώτοι στα ναρκισσιστικά ενδιαφέροντα του facebook, στην διατήρηση και
προβολή ενός lifestyle και
στην θεοποίηση της ύλης και του «φαίνεσθαι». Και το φαίνεσθαι είναι πολύ βαθιά
ριζωμένο μέσα μας, αρχίζει να κατακλύζει το «είναι». Όταν η καλλιέργειά του δε,
ξεκινά από μικρή ηλικία, τότε το «είναι», η ουσία της εκάστοτε προσωπικότητας
και του πνεύματος, δεν καλλιεργείται ποτέ επαρκώς και το άτομο παραμένει
εγκλωβισμένο και κενό. Στο πρώτο μας τεύχος, ο Αλέξανδρος Γκορόπουλος μίλησε
για ένα νέο είδος ανθρώπου: τον παθητικό αποδέκτη. Εγώ σας μιλάω για τον
ανασφαλή ψηφιακό νάρκισσο. Για αυτόν που θεωρεί πως ολοκληρώνεται μέσα από τη
διαμόρφωσή του ως ένα δικτυακό προφίλ και από τα likes ή τις επιδοκιμασίες των γύρω του, όπως
κι αν αυτές εκφράζονται. Φανταστείτε τώρα έναν ανασφαλή, ψηφιακό και παθητικό
αποδέκτη νάρκισσο που τυχαίνει να είναι πολίτης. Πόσο επικίνδυνος είναι άραγε
κάποιος με αυτούς τους προσδιορισμούς τόσο για τον εαυτό του όσο και για την
κοινωνία; Και αν μπορείτε να φανταστείτε τέτοια όντα στον περίγυρό σας, αμέσως
δεν εγείρεται το ερώτημα «τι κάνουμε για αυτό;». Εγώ θεωρώ πως τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν, και πως μάλιστα κρύβουμε όλοι έναν τέτοιο χαρακτήρα μέσα μας. Α, και πως σίγουρα δεν κάνουμε αρκετά για αυτό.
Για τον Σωκράτη το «είναι» κρύβεται πίσω από το «φαίνεσθαι», η ευτυχία αποκτάται με την αρετή και η αλήθεια βρίσκεται στο λογικό και όχι στην ύπαρξη. Ευχαριστούμε τον Αντρέα Λάσκαρη για την καρικατούρα. |
Μπορούμε όμως να αλλάξουμε;
Του Κωνσταντίνου Ζβε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου